Πέμπτη 25 Αυγούστου 2016





ΠΕΡΙ ΕΓΚΑΙΝΙΩΝ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ
    Η ακολουθία των εγκαινίων του Ιερού Ναού είναι σαφώς μία από τις πλέον λαμπρές, πολύπλοκες και μακροσκελείς ακολουθίες που συναντάμε στη λειτουργική ζωή της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Και αυτό έχει να κάνει με το γεγονός της καθιερώσεως και καθαγιάσεως του Ιερού χώρου μέσα στον οποίον θα τελείται στο εξής η λατρεία, αφού ο ίδιος αυτός χώρος προσφέρεται στον Θεό για το λόγο αυτό.
    Ρίχνοντας μια ματιά πίσω στο χρόνο και πάντα όσον αφορά τη τελετή των εγκαινίων, θα παρατηρούσαμε πως ο εγκαινιασμός των νέων Ιερών Ναών δεν είναι και δεν ήταν προνόμιο ή επινόηση μόνο των Χριστιανών. Στον ειδωλολατρικό κόσμο αλλά και στις Ιουδαϊκές θρησκευτικές παραφυάδες πάντα η καθιέρωση των νέων χώρων ή ναών που επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν για λατρευτικούς σκοπούς, ήταν κάτι το αυτονόητο και επιβεβλημένο. Και αυτό δεν δημιουργεί καμία έκπληξη διότι η τελετή των εγκαινίων ήταν και παραμένει μια γιορτή την οποία όλοι προσμένουν προκειμένου να έλθουν σε άμεση επαφή με το νέο χώρο, αλλά πολύ περισσότερο με τους αδερφούς τους.
      Βεβαίως σε αυτό το σημείο διαφοροποιείται η δογματική διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας αφού γι’ αυτήν δε νοείται η ύπαρξη χώρου λατρείας δηλ. Ιερού Ναού αν πρώτα δεν υπάρξει σύσταση κοινότητας, ποιμνίου το οποίον θα καθοδηγείται πνευματικά από τους Ιερείς οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με αυτό το καθήκον.
      Ιστορικές διηγήσεις και επιβεβαιωμένα στοιχεία μας αποδεικνύουν  τη λαμπρότητα με την οποία τελούνταν τα εγκαίνια των Ιερών Ναών στην Ιερουσαλήμ, τη Ρώμη, τη Κωνσταντινούπολη μέσα από τελετές και Ιερές ακολουθίες οι οποίες είχαν διάρκεια πολλών ημερών –ακόμα και εβδομάδων-  και συμμετείχαν χιλιάδες κόσμου. Σε όλες αυτές προεξήρχαν οι κατά τόπον Επίσκοποι και όχι μόνο.
     Τους πρώτους πάντως χρόνους από ενδείξεις και μαρτυρίες που έχουμε φαίνεται πως η κυρίως τελετή των εγκαινίων είχε να κάνει με την επί της Αγίας Τραπέζης του νέου Ιερού Ναού πρώτη τέλεση της Θείας Λειτουργίας. Πολύ γρήγορα όμως η τελετή γίνεται πολυπλοκώτερη και μεγαλύτερη, λαμβάνοντας βαπτισματικά στοιχεία, προσθέτοντας τη λιτανευτική τελετή της περιφοράς των Ιερών Λειψάνων γύρω από το νέο Ιερό Ναό, προσδιορίζοντας έτσι την καθαγιαστική κατάληψη του νέου Ιερού χώρου. Η πανηγυρική είσοδος στο Ναό συνοδεύεται από το πλύσιμο της Αγίας Τραπέζης και τη Χρίση δι’ Αγίου Μύρου αυτής αλλά και του Ιερού Ναού.
      Οι Πατέρες της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας έχουν ασχοληθεί ιδιαιτέρως με το λειτουργικό μα και τυπικό μέρος της τελετής των εγκαινίων.
      Η ακολουθία των εγκαινίων τόσο για  τον Άγιο Συμεών Θεσσαλονίκης όσο και για τον Νικόλαο Καβάσιλα είναι ιδιαιτέρως σημαντική τόσο από τελετουργικής άποψης αλλά και όσον αφορά το θέμα της Λατρείας.
       Ως γεγονός είναι μείζονος δογματικής και λατρευτικής σημασίας για τη Χριστιανική κοινότητα ( ενορία ) αφού μόνον έτσι είναι δυνατή η κοινή προσευχή και κοινωνία, μέσα σ’ έναν χώρο καθαγιασμένο και αποκλειστικά αφιερωμένο στη Τριαδική Θεότητα. Όμως ας μην λησμονούμε πως όλο αυτό το υλικό οικοδόμημα προέρχεται  από την προσπάθεια  όλων, στεγάζοντας εν τέλει την κοινή πνευματική πορεία, μέσα από την αδιάλειπτη προσευχή και τον συνεχή αγώνα προς τη Θέωση.
 Ας δούμε όμως παρακάτω ποιο πραγματικά είναι το νόημα της ύπαρξης ενός Ιερού Ναού μέσα στη Χριστιανική κοινότητα.

Ὁ ναὸς κέντρο καὶ σύμβολο τῆς κοινότητας.
 «ἐν ἐκκλησίαις εὐλογεῖτε τὸν θεόν…».
Ψαλμός ΞΖ΄(67),Στχ.27
     Ἡ ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα ἀπὸ τοὺς πρώτους κιόλας χρόνους τῆς ὕπαρξής της συναθροίζεται καὶ συμπροσεύχεται ἐντὸς τῶν Ἱερῶν ναῶν ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τῶν τοπικῶν ποιμένων.
  Κάθε ἱεροπραξία ποὺ γίνετε μέσα στο ναό γίνεται ἀποδεκτὴ ὄχι μόνο ἀπὸ τὸν πιστὸ λαὸ ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό. «Ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι» τελοῦνται οἱ μυστηριακὲς πράξεις καθὼς καὶ οἱ ὑπόλοιπες Ἱερὲς ἀκολουθίες οἱ ὁποῖες ἔχουν ὡς μοναδικὸ στόχο τὸν καθαγιασμὸ τοῦ πληρώματος τὸ ὁποῖο ἐν ἀναμονῇ τελεῖ γιὰ τὸ τελικὸ στάδιο τῆς Θείας λατρείας, τὴν κορύφωση τὴ Θεία Εὐχαριστία.
     Ἡ ἕνωση τῆς προσφορᾶς τῶν πιστῶν καὶ τὸ κοινὸ ποτήριο στὸ ὁποῖο ὅλοι ἔχουν συμμετοχὴ εἶναι τὰ κύρια χαρακτηριστικά της κοινότητας. Ἡ ἐνορία -μὲ ἐπίκεντρο πάντοτε τὸν Ἱερὸ ναὸ στὸν ὁποῖο καὶ τελεῖ ἀδιαλείπτως τὶς Ἱερὲς ἀκολουθίες- διατηρεῖ μὲ τρόπο πραγματικὰ θαυμαστὸ τὰ μέλη τῆς ενωμένα γύρω ἀπὸ  τὸν ἴδιο καὶ μοναδικὸ Θεό, τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Αὐτὴ τὴν ἐπιτυχῆ ἐπικοινωνία τῶν μελῶν καὶ τὴν ἕνωσή τους μὲ τὸ Θεῖο ἐγγυᾶται ἡ κοινὴ Θεία λατρεία.
    Ρίχνοντας μία πιὸ διαπεραστικὴ ματιὰ γύρω μας δὲν εἶναι καθόλου δύσκολο νὰ ἀντιληφθοῦμε πὼς ἡ κοινωνικὴ διαστρωμάτωση δημιουργεῖ ἀναπόφευκτα ὁμάδες-κάστες- οἱ ὁποῖες διακρίνονται μεταξὺ τους βάση οἰκονομικῶν, μορφωτικῶν, θρησκευτικῶν καὶ φυλετικῶν ἢ καὶ ἀκόμα πολιτικῶν κριτιρίων. Ὅλες αὐτὲς οἱ κοινωνικὲς ὁμάδες ὅσο κι ἂν ἀκούγεται δύσκολο νὰ συμβεῖ ἐνώνονται καὶ ταυτίζονται μέσα στὴν ἐνορία. Τὸ παράδειγμα τοῦ ναοῦ τῆς ἐπαρχίας καὶ τῆς ὑπαίθρου ὅπου στέκει στὸ μέσο της κοινότητας ἑνώνοντας στὸ κάλεσμα τοῦ ἴδιου του Ἰησοῦ Χριστοῦ τὸ ποίμνιο εἶναι σὲ ὅλους μας γνωστό. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μέσω τῶν ποιμένων μὴ κάνοντας διακρίσεις καὶ διαχωρισμοὺς τοὺς καλεῖ ὅλους σ’ἕναν μοναδικὸ γάμο. Ὁ γάμος αὐτὸς ἐπισημοποιεῖται ἐντὸς τοῦ χώρου τοῦ ναοῦ κατὰ τὴ κοινὴ λατρευτικὴ πορεία μὲ τὸν πλησίον. Ὁ Χριστιανὸς λαμβάνει τὴν εὐλογία νὰ μοιράζεται τὰ πάντα μὲ τοὺς ὑπολοίπους. Μοιράζεται τὴν ἴδια τὴ ζωή, σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ καὶ τὰ λαμβάνει ἀπὸ κοινοῦ μὲ τὸν διπλανό του πίνοντας ἀπὸ τὸ ἴδιο ποτήριο! Πρόκειται γιὰ ἕνα μυστηριακὸ «πανηγύρι» τὸ ὁποῖο σὲ καμία περίπτωση  δὲ πρέπει νὰ λαμβάνει χαρακτήρα κοσμικό.
   Πρέπει νὰ κατανοήσουμε ὅσο τὸ δυνατὸν καλύτερα τὰ νοήματα αὐτῆς της ἀπὸ κοινοῦ συνεύρεσης. Ὅλα ἀρχίζουν ἀπὸ αὐτὸ τὸ κομβικὸ σημεῖο στὴ ζωὴ τοῦ Χριστιανοῦ. Τὸ ἐνοριακὸ πνεῦμα πρέπει νὰ διέπει κάθε τοπικὴ ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα καθὼς μόνο αὐτὸ εἶναι ἱκανὸ νὰ διεγείρει λειτουργίες οἱ ὁποῖες ἀπὸ τὴ φύση τοὺς ἀτονοῦν. Ἡ μητέρα Ἐκκλησία στέκεται ἀρωγὸς σὲ αὐτὸ ὀργανώνοντας ἐνορίες καὶ Μονὲς μὲ βάση τὶς ἀνάγκες τοῦ ποιμνίου καὶ τῶν τοπικῶν μὴ ἐκκλησιαστικῶν κοινοτήτων.
    Για αυτό και οι πατέρες της Εκκλησίας μας πολύ σοφά και ορθά τονίζουν πως με την απομάκρυνση ή η αποκοπεί των πιστών από την μητέρα Εκκλησία απομακρύνονται και από τον Θεό και πολλές φορές δημιουργούν αρνητικές καταστάσεις στο χώρο της Εκκλησίας και ενορίας.

AKΟΛΟΥΘΙΑ ΕΓΚΑΙΝΙΩΝ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ
Τι είναι εγκαίνια;
Εγκαίνια είναι η τελετή με την οποία καθιερώνεται και καθαγιάζεται ένας ναός και από απλό κτίσμα μεταβάλλεται σε οίκο λατρείας και προσευχής και η τράπεζά του από ένα μαρμάρινο κατασκεύασμα σε ιερό θυσιαστήριο, Αγία Τράπεζα και συμβολικά το θρόνο του Θεού . Άλλωστε η ίδια η λέξη ΕΓΚΑΙΝΕΙΑ (η ορθή παλαιά γραφή με ει στο τέλος) φανερώνει πως ένα πράγμα από παλαιό γίνεται καινούριο και από μη ιερό, άγιο. Η καινούρια αυτή διάσταση όσον αφορά το ναό είναι ολοκάθαρη σ’ όλες τις ευχές και τα τροπάρια της ακολουθίας. Χωρίς εγκαίνια δεν είναι δυνατή η τέλεση κανενός μυστηρίου παρά μόνο με τη χρήση του Αντιμηνσίου (αντί +mensa (λατ.) = τραπέζι) , λινού δηλ. υφάσματος που απεικονίζει στις μέρες μας την άκρα ταπείνωση δηλ. τον ΄΄Επιτάφιο΄΄ (εξέλιξη ιστορικά του αέρα, λειτουργικού δηλ. υφάσματος με το οποίο οι ιερείς καλύπτουν σήμερα τα Τίμια Δώρα), που μπορεί να αντικαταστήσει την αγία Τράπεζα μέχρι να γίνουν κανονικά τα εγκαίνια, αφού σ' αυτό υπάρχουν τμήματα λειψάνων αγίων.
    Όσον αφορά την ιστορία των εγκαινίων είναι σημαντικό πως από την Παλαιά ακόμη Διαθήκη γίνεται λόγος γι’ αυτά. Η σκηνή του μαρτυρίου που ήταν αφιερωμένη στη λατρεία του Θεού , είχε ΄΄δικαιώματα λατρείας΄΄ όπως μας λέει ο Απ. Παύλος, (Εβρ. δ 1), αγιάσθηκε από τον Μωϋσή κατά προτροπή του Θεού με μυσταγωγικές πράξεις ΄΄ και λήψη το έλαιον της χρίσεως, και χρίσεις την σκηνή και πάντα τα εν αυτή, και έσται αγία...΄΄ (Έξοδ. 40, 9-11). Εκείνο όμως που έχει σημασία είναι πως η εκκλησία από τη στιγμή που έπαψε να καταφεύγει στις κατακόμβες και να προσφέρει την αναίμακτη θυσία επάνω στους τάφους των μαρτύρων,  άρχισε να καθιερώνει ναούς και μάλιστα με μεγαλοπρεπείς τελετές, όπως μας πληροφορεί ο ιστορικός Ευσέβιος. Ήταν πανηγύρι τα εγκαίνια τότε, όπως ακριβώς και σήμερα. Πνευματικό πανηγύρι που στηρίζεται στην πίστη του λαού, αλλά και τη ζωντανή παράδοση της Εκκλησίας.
 Τα εγκαίνια είναι οπωσδήποτε συνδεδεμένα με τη σημασία που δίνει η Εκκλησία στο Ναό ως λειτουργικό χώρο και οίκο προσευχής του λαού αφ΄ ενός και αφ΄ ετέρου με τη σημασία που δίνει στον άνθρωπο ως λειτουργικό ον και προσωπικότητα με σκοπό τον αγιασμό και τη θέωση. Γι’ αυτό και στο πανηγύρι των Εγκαινίων καλούμαστε όλοι να συμμετάσχουμε πνευματικά και με πίστη. ΄΄Εν πίστει τα εγκαίνια, επιτελούμεν φαιδρώς…΄΄.  
    Η ιερότητα του πανηγυριού αυτού στηρίζεται στην πίστη μας πως ο Ναός είναι έργο του Χριστού και του Παναγίου Πνεύματος· έργο όλης της Παναγίας Τριάδος πιστεύουμε, όπως λέει το τροπάριο, πως ΄΄τούτον τον οίκον ο Πατήρ ωκοδόμησε· τούτον τον οίκον ο Υιός εστερέωσε· τούτον τον οίκον το Πνεύμα το Άγιον ανεκαίνισε , το φωτίζων , και στηρίζων , και αγιάζων τας ψυχάς ημών΄΄ (απόστιχο του Εσπερινού) των εγκαινίων. Ο Ναός είναι ασφαλώς ο οίκος του Θεού, αλλά και το δικό μας σπίτι. Είναι και πρέπει να είναι το κέντρο της ζωής μας κι όχι κάτι το δευτερεύον. Είναι η σκηνή η αληθινή, το λιμάνι των χειμαζομένων, το ιατρείο των παθών, η καταφυγή των ασθενών, το των δαιμόνων φυγαδευτήριο (Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος) εκεί όπου ο λαός δοξάζει τον Θεό ΄΄εν ψαλμοίς και ύμνοις και μυστικαίς λειτουργίαις΄΄ οι οποίες αναφέρονται και φθάνουν στο νοερό θυσιαστήριο και σε μας κομίζουν την αγαθότητα και τη χάρη του Θεού ενώνοντας έτσι τα κάτω με τα άνω , τα ουράνια με τα επίγεια.
   Ο Ναός λοιπόν δεν είναι πλέον χώρος απλός , σαν ένα καθημερινό οικοδόμημα, αλλά χώρος ουράνιος που παραστέκονται τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ στις θύρες του οδηγώντας τον καθέναν μας από τη γη στον ουρανό. Συνεπώς και η είσοδός μας στον νέο Ναό αλλά και σε κάθε Ναό πρέπει οπωσδήποτε να αντιστοιχεί και στην ανάλογη συμπεριφορά μας μιας και εισερχόμαστε στον οίκο του Θεού.
Πως γίνονται τα εγκαίνια του Ιερού Ναού ;
   Η καθιέρωση του Ναού γίνεται από τον Αρχιερέα, που σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες και τη Δογματική της Εκκλησίας μας είναι τύπος και τόπος του Χριστού, με την εξής σειρά και τάξη όπως θα δούμε παρακάτω, ενώ για την όλη τελετή χρησιμοποιούνται αρκετά υλικά στοιχεία, όπως:
 κερί καθαρό,
 μαστίχη,
σμύρνα,
θυμίαμα,
λείψανα μαρτύρων,
άγιο μύρο,
μαρμαροσάπουνα,
ροδόσταμο,
κρασί,
κατασάρκιο της αγίας Τραπέζης,
Αντιμήνσια κ.α.

Η ΛΙΤΑΝΕΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ
Το απόγευμα της προηγούμενης ημέρας, ο Αρχιερεύς μεταφέρει στον Ι. Ναό που πρόκειται να εγκαινιασθεί τα ιερά λείψανα, τα οποία εναποθέτει σ’ ένα άγιο Δισκάριο, πάνω στην Αγία Τράπεζα. Το πρωί αφού τελειώσει ο όρθρος, με την ψαλμωδία σχετικών τροπαρίων γίνεται τριπλή περιφορά γύρω από το Ναό.
Ο Αρχιερεύς ντυμένος με λευκή στολή, σύμβολο της καθαρότητας και της αγνότητας, με ιερό δέος φέρει στο κεφάλι του τον ειδικό δίσκο με τα άγια λείψανα σκεπασμένα με το ίδιο κάλυμμα που σκεπάζονται τα Τίμια δώρα.
Οι ιερείς κρατούν το Ευαγγέλιο, το σταυρό και εικόνες, οι δε λαϊκοί προπορεύονται με τις λαμπάδες. Σε κάθε στάση (γίνονται τρεις) διαβάζονται ορισμένα αναγνώσματα από την Καινή Διαθήκη και στη συνέχεια μπροστά στην είσοδο του Ναού, όπου ήδη έχει τοποθετηθεί ειδικό αναλόγιο γίνεται μία από τις κατανυκτικότερες τελετές της εκκλησίας μας.
  Η είσοδος δηλαδή πάλι στο Ναό γίνεται με ιδιόμορφο τρόπο. Οι θύρες (οι πόρτες) είναι κλειστές και όλοι βρίσκονται έξω από το Ναό. Ο Αρχιερεύς προστάζει αυτούς που είναι πίσω από τις πόρτες να τις ανοίξουν στο Βασιλέα της δόξης λέγοντας τα λόγια του Δαυίδ. «Άρατε πύλας, οι άρχοντες ημών...» (Ψαλ. 24ος), και ακούγονται από μέσα τα λόγια που οι Άγγελοι έλεγαν αναμεταξύ τους κατά την Ανάληψη του Κυρίου. «Τις έστιν ούτος ο Βασιλεύς της δόξης;». Έχουμε εδώ μίμηση ακριβώς των Αγγέλων όπως και τη στιγμή της Ανάληψης. Και «οι πύλες ανοίγονται στην πρόκληση των φωνών -τονίζει ο ιερός Καβάσιλας- ωσάν να επρόκειτο οι φωνές να εισαγάγουν τον Χριστόν εις τον Ναόν». Με λαμπρό και πανηγυρικό λοιπόν τρόπο εισοδεύονται τα άγια λείψανα μέχρι το θυσιαστήριο, όπου ο Αρχιερεύς, πάλι, αφού τα βάλει σε ειδική θήκη με εύοσμο κηρομαστίχη, τα θυμιάζει, τα μυρώνει και τα τοποθετεί στο στυλίσκο (τρύπα) που βρίσκεται στο μέσον της Τραπέζης ως το πιο κατάλληλο θεμέλιο. Κανένα άλλο θεμέλιο δεν είναι καλύτερο από τα ιερά λείψανα. Κι αυτό, όπως λέει ο Καβάσιλας γιατί «κανένα από τα μυστήρια δεν είναι πιο συγγενές προς το Χριστό απ’ ότι οι μάρτυρες. Έχουν τα πάντα κοινά με τον Κύριο δηλ. το σώμα και το πνεύμα και το σχήμα του θανάτου... Άλλωστε τα οστά αυτά είναι ο αληθινός Ναός και το θυσιαστήριο του Θεού, και ο αχειροποίητος αυτός Ναός είναι η απομίμηση του αληθινού».
Ο ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ
   Μετά την τοποθέτηση των ιερών λειψάνων στη θέση που προαναφέραμε, ο Αρχιερεύς παίρνει το δοχείο με την κηρομαστίχη και τα αρώματα, που συμβολίζουν τα μύρα με τα οποία ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας άλειψε το σώμα του Κυρίου, και τα εκχύνει στην οπή της αγίας Τραπέζης για τη στερέωση του ανεγειρομένου Τάφου. Κατόπιν τοποθετείται η πλάκα στην οπή της αγίας Τραπέζης, ενώ ψάλλονται δύο ωραίοι ψαλμοί ο 142ος «Υψώσω σε ο Θεός μου, ο Βασιλεύς μου, και ευλογήσω το όνομά σου εις τον αιώνα» σαν ευχαριστία και ανάμνηση των θαυμασίων του Θεού, και ο 22ος «Κύριος ποιμαίνει με και ουδέν με υστερήσει…», που υμνεί τη φιλανθρωπία του Θεού.
Η ΕΚΠΛΥΣΙΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ
Εν τω μεταξύ ο Αρχιερεύς αφού πάνω από τα αρχιερατικά του άμφια βάλει στο λαιμό του, το λεγόμενο σάβανο, λευκού χρώματος, σύμβολο της σινδόνης με την οποία τυλίχθηκε το άγιο σώμα του Κυρίου, διαβάζει γονατιστός την ευχή «ο Θεός ο άναρχος και αΐδιος...» με την οποία παρακαλεί τον Θεό να αποστείλει το Πανάγιό του Πνεύμα και να αγιάσει το νέο Ναό. Ακολουθεί η πλύση και ο καθαρισμός της αγίας Τραπέζης με σαπούνι και νερό ζεστό, σύμβολο κι αυτό του Αγίου Πνεύματος του οποίου από δω και πέρα πλέον θα είναι όργανο η αγία Τράπεζα. Η όλη τελετή θυμίζει βάπτισμα. Κι αυτό δεν είναι τυχαίο. Η αγία Τράπεζα εικονίζει το Σωτήρα και δέχεται τα του βαπτίσματος όπως Εκείνος. «Είναι δε ανάγκη - τονίζει πάλι ο ιερός Καβάσιλας - να γίνει κάποια κάθαρση ενάντια στη δύναμη του πονηρού, κι όπως ο Αρχιερεύς με προσευχές αποκαθαίρει από κάθε επήρεια των δαιμόνων το ύδωρ με το οποίο βαπτίζει τον άνθρωπο, έτσι και σ’ αυτή την τελετή διαλέγει τις κατάλληλες προσευχές και με τον ίδιο τρόπο, όπως και πριν, με το νερό αποκλείει το πονηρόν».
    Μετά την κάθαρση της αγίας Τραπέζης για τους λόγους που αναφέραμε, ραντίζει ο Αρχιερεύς το ιερό θυσιαστήριο με ροδόσταμο, με το οποίο κάνουμε την Τράπεζα να ευωδιάζει και όπως λέει ο ιερός Καβάσιλας, μ' αυτό δείχνουμε πως «φέραμε όλα όσα είναι απαραίτητα για να συμπληρώσουν την ανθρώπινη ζωή, δηλαδή φέραμε κι από τα αναγκαία κι από τα ευχάριστα κι απ' αυτά κάναμε τη θυσία μας». Κατόπιν όπως και μετά το Βάπτισμα ακολουθεί η Χρίση με το άγιο μύρο, το οποίο φέρνει τη χάρη του Θεού στη γη. Το μύρον είναι η δύναμη του θυσιαστηρίου. Δύναμη που ενεργοποιείται, όπως τονίζει ο ιερός Καβάσιλας, με την παρουσία και τη χάρη των ιερών λειψάνων για τα οποία αναφέραμε πριν.
Η ΕΝΔΥΣΗ ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΑΡΚΙΟΥ
Αφού πλυθεί (βαπτισθεί), και μυρωθεί η Αγία Τράπεζα, τώρα ήρθε η ώρα να βάλει τα καλά της. Αρχικά στην κάθε μια από τις τέσσερεις της γωνίες τοποθετείται ένα κομμάτι λινό ύφασμα στο οποίο είναι αγιογραφημένος κι ένας Ευαγγελιστής, επειδή η Αγία Τράπεζα εικονίζει όλη την Εκκλησία στη στερέωση της οποίας συνέβαλαν οι Ευαγγελιστές, με τα Ευαγγέλιά τους. Κατόπιν τυλίγεται σταυροειδώς στην Αγία Τράπεζα το πρώτο ένδυμα το λεγόμενο κατασάρκιο, σύμβολο της σινδόνης με την οποία τυλίχθηκε το σώμα του Χριστού. Στη συνέχεια τοποθετείται ο επενδύτης, η αγία ενδυτή ή τραπεζόφορον κατά τον Συμεών Θεσσαλονίκης. Είναι το βασικό άμφιο της αγίας Τραπέζης, πολυτελές σύμβολο δόξης κατά τον Συμεών, αφού κατά τον ίδιο η Αγία Τράπεζα «τάφος εστι και θρόνος του Ιησού». Τέλος τοποθετείται το λεγόμενο ειλητό, το οποίο εισήχθη στους βυζαντινούς χρόνους και αργότερα αντικατεστάθη από το γνωστό Αντιμήνσιο. Λέγεται πως το ειλητό δηλώνει το σουδάριο το οποίο έφερε ο Χριστός στο κεφάλι Του το χρόνο που βρισκόταν στο μνημείο και συμβολίζει την υπέρ ημών νέκρωση και Ανάσταση του Κυρίου. Επάνω σ’ αυτό τοποθετείται το ιερό Ευαγγέλιο και η τελετή τελειώνει με τη μύρωση και θυμίαση όλου πια του Ναού. Οι ευχές δε που διαβάζονται στο τέλος είναι γεμάτες ευχαριστία στο Θεό και παράκληση να γεμίζει με δόξα, αγιασμό και χάρη το νέο θυσιαστήριο έτσι ώστε πάνω σ' αυτό να μεταβάλλεται η αναίμακτη θυσία σε σώμα και αίμα Χριστού και να αγιάζεται ο λαός του Θεού με τη συμμετοχή του σ' αυτό το μυστήριο.
Τελικά δηλαδή ο σκοπός των εγκαινίων δεν είναι μόνο ο αγιασμός του Ναού αλλά και δικός μας με τον πνευματικό αγώνα και την αληθινή ζωή. «Ούτως εγκαινίζεται ο άνθρωπος· ούτω τιμάται η των Εγκαινίων ημέρα». Σ’ αυτόν τον αγώνα έχουμε οπωσδήποτε οδηγό το Χριστό. Άλλωστε το λυχνάρι που στο τέλος της ακολουθίας ανάβει ο Αρχιερεύς πάνω στην αγία Τράπεζα συμβολίζει, κατά τον Καβάσιλα, το δικό Του Φως. «Αυτό το φως μπορεί να ανακαλύψει και να φέρει στο φως τα πάντα, όπως ακριβώς γέμισε τον Άδην το φως, όταν έφθασε εκεί ο Χριστός.

Βιβλιογραφία
1. ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ-ΤΑΞΙΣ ΕΓΚΑΙΝΙΩΝ ΝΑΟΥ, Εκδόσεις της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, 2007
2. ΕΥΧΟΛΟΓΙΟΝ Δ΄ ΕΓΚΑΙΝΙΑΣΤΙΚΟΝ, Έκδοσις Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας Άγιον Όρος
3.ΣΥΜΕΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ-ΤΑ ΑΠΑΝΤΑ, Εκδόσεις Βας. Ρηγόπουλου, Θεσ/νίκη, 2001
4. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΒΑΣΙΛΑΣ, MIGNE-P.G.,Τ.150
5. ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΕ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ, Ι. Φουντούλης, τόμοι Α΄ έως Ε΄

Το Άγιο Μύρο
Άγιο Μύρο ονομάζεται ένα μείγμα λαδιού και 57 διαφορετικών φαρμακευτικών φυτών και αρωματικών ουσιών, το οποίο παρασκευάζεται κατ' αρχαίο προνόμιο αποκλειστικά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, κάθε δέκα περίπου χρόνια, και κατόπιν αποστέλλεται σε όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί κατά το μυστήριο του χρίσματος (μετά τη βάπτιση). Ονομάζεται και «έλαιον ευχαριστίας», «έλαιον χρίσεως», «χρίσμα ευχαριστίας», «χρίσμα επουράνιον».  
Ιστορία
Η παρασκευή (έψηση) του Αγίου Μύρου βασίζεται στην περιγραφή του Μωυσή στο Βιβλίο της Εξόδου (Έξοδος λ΄ 22-25), όπου αναφέρεται: «καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων· καὶ σὺ λάβε ἡδύσματα, τὸ ἄνθος σμύρνης ἐκλεκτῆς πεντακοσίους σίκλους καὶ κινναμώμου εὐώδους τὸ ἥμισυ τούτου διακοσίους πεντήκοντα καὶ καλάμου εὐώδους διακοσίους πεντήκοντα καὶ ἴρεως πεντακοσίους σίκλους τοῦ ἁγίου καὶ ἔλαιον ἐξ ἐλαιῶν εἲν καὶ ποιήσεις αὐτὸ ἔλαιον χρῖσμα ἅγιον, μύρον μυρεψικὸν τέχνῃ μυρεψοῦ· ἔλαιον χρῖσμα ἅγιον ἔσται.»
Το Άγιο Μύρο ξεκίνησε να παρασκευάζεται τον 2ο μ.Χ. αιώνα, όταν ο Χριστιανισμός επεκτάθηκε πολύ γεωγραφικά, προκειμένου να μπορεί να τελείται το μυστήριο του χρίσματος σε απομακρυσμένες περιοχές όπου δεν μπορούσαν να πάνε οι Απόστολοι, που έχοντας την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος ήταν οι μόνοι που μπορούσαν να τελέσουν το μυστήριο. Ως τον 8ο αιώνα, το δικαίωμα παρασκευής Αγίου Μύρου είχαν όλοι οι επίσκοποι. Σιγά σιγά όμως το δικαίωμα αυτό περιορίστηκε στους Πατριάρχες και κατόπιν στον Οικουμενικό Πατριάρχη, για λόγους διοικητικής τάξης και ενότητας των εκκλησιών.
   Σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες που υπάρχουν, Άγιο Μύρο παρασκευάστηκε:
    Το 1208 επί Πατριαρχίας Μιχαήλ Δ΄ (στη Νίκαια)
    Το 1705 επί Πατριαρχίας Γαβριήλ Γ΄
    Το 1759 επί Πατριαρχίας Σεραφείμ Β΄
    Το 1833 επί Πατριαρχίας Κωνσταντίου Α΄
    Το 1856 επί Πατριαρχίας Κύριλλου Ζ΄
    Το 1865 επί Πατριαρχίας Σωφρονίου Γ΄
    Το 1879 επί Πατριαρχίας Ιωακείμ του Γ΄
    Το 1890 επί Πατριαρχίας Διονυσίου Ε΄
    Το 1903 επί Πατριαρχίας Ιωακείμ του Γ΄
    Το 1912 επί Πατριαρχίας Ιωακείμ του Γ΄
    Το 1928 επί Πατριαρχίας Βασιλείου του Γ΄
    Το 1939 επί Πατριαρχίας Βενιαμίν
    Το 1951 επί Πατριαρχίας Αθηναγόρα
    Το 1960 επί Πατριαρχίας Αθηναγόρα
    Το 1973 επί Πατριαρχίας Δημητρίου
    Το 1983 επί Πατριαρχίας Δημητρίου
    Το 1992 επί Πατριαρχίας Βαρθολομαίου
    Το 2002 επί Πατριαρχίας Βαρθολομαίου
    Το 2012 επί Πατριαρχίας Βαρθολομαίου

Συστατικά
  Τα συστατικά του Αγίου Μύρου αλλάζουν από εποχή σε εποχή. Η πρώτη γραπτή συνταγή, σε βερβερινό κώδικα του 8ου αιώνα, αναφέρει 13 υλικά. Αυτά αυξομειώνονταν κατά καιρούς από τους αρμόδιους για την παρασκευή «μυρεψούς» και είναι καταγεγραμμένα στην τυπική διάταξη της Συνοδικής εν Μόσχα Βιβλιοθήκης, στο Ευχολόγιο του Γκόαρ και στο Μέγα Ευχολόγιο. Το 1951, επί πατριαρχίας Αθηναγόρα, οριστικοποιήθηκε ο αριθμός των συστατικών σε 57.
Τα κυριότερα αυτών είναι: αγγελική, αριστολοχία, άσσαρο, βαλσαμέλαιο, βατάνι άκαιρο, δρόγες, ελαιόλαδο, ελένιο, εχινάνθη, ζινγκίβερη, ζουτομπά, ίριδα, καγχρεά, κανέλα, καρποβάλσαμο, καρυοφύλλι, κάσσια μαύρη, κελτικό, κιννάμωμο, κόρο, κρασί, κύπερι, λάβδανο, μάκαρι, μαστίχα Χίου, ματλαία ελαίου, μητζόκοκκαμύρα, μυροβάλανο, νάρδος, ξυλοβάλσαμο, πέτιτο, πιπέρι μαύρο, ροδέλαιο (αποστέλλεται από το Πατριαρχείο Βουλγαρίας), σάψιχο, σμύρνα, στάχο, στύρακας, τερεβινθίνη, τζιτζίβερι, φύλλα ινδικού. Βασικό συστατικό επίσης είναι και ο μόσχος, φυσική αρωματική ουσία που εξάγεται από τον αδένα ενός είδους ελαφιού και αποτελεί ένα από τα πιο ακριβά συστατικά της αρωματοποιίας.
Διαδικασία παρασκευής
Το Άγιο Μύρο παρασκευάζεται με απόφαση της Συνόδου του Πατριαρχείου, όταν αυτή διαπιστώσει ότι το Μύρο τελειώνει, κάτι που στη σύγχρονη εποχή συμβαίνει περίπου κάθε δέκα χρόνια. Την παρασκευή επιβλέπουν δυο επιτροπές, η εκκλησιαστική που αποτελείται από ιερείς και η επιτροπή κοσμητόρων που περιλαμβάνει σχετικούς με το τεχνικό μέρος της παρασκευής χημικούς, φαρμακοποιούς και εμπόρους αρωματικών ειδών, της οποίας προεδρεύει ο Άρχων Μυρεψός. Η έψηση του Μύρου γίνεται κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα, από την Κυριακή των Βαΐων έως και τη Μεγάλη Πέμπτη. Η έψηση του Μύρου γίνεται σε ειδικό Κουβούκλιο, το οποίο υπάρχει στο Πατριαρχείο.
Την Κυριακή των Βαΐων και τη Μεγάλη Δευτέρα γίνεται από τον Πατριάρχη ευλογία των κοσμητόρων και Μικρός Αγιασμός των σκευών και υλικών που θα χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του Μύρου. Στο τέλος του αγιασμού ο Πατριάρχης, αφού βάλει ορισμένα από τα υλικά στους λέβητες, ανάβει τη φωτιά για το ψήσιμο, που καίει με κομμάτια παλαιών εικόνων, φθαρμένα εκκλησιαστικά έντυπα, καθώς και άχρηστα ξύλα από διάφορα μέρη ναών. Τη Μεγάλη Τρίτη γίνεται μνημόσυνο αυτών που έχουν δωρίσει χρήματα ή είδη για την παρασκευή του Μύρου καθώς και ανάγνωση του Ιερού Ευαγγελίου. Τη Μεγάλη Τετάρτη συμπληρώνεται το μίγμα στους λέβητες με τον μόσχο και τα διάφορα βότανα, και ολοκληρώνεται έτσι η παρασκευή του Μύρου, που τοποθετείται σε αργυρά δοχεία. Τέλος το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης τελείται ο Όρθρος στο παρεκκλήσι του Αγίου Ανδρέα. Κατόπιν διεξέγεται λιτανεία στο εσωτερικό της Πατριαρχικής Αυλής, στην οποία το Μύρο μεταφέρεται από 24 αρχιμανδρίτες που κρατούν τα 12 μεγάλα αργυρά δοχεία και τελευταίο τον Πατριάρχη με μια μικρή Μυροθήκη. Παρίστανται επίσης διπλωμάτες και εκπρόσωπος του ελληνικού κράτους. Η τελετή ολοκληρώνεται με Θεία Λειτουργία, κατά τη διάρκεια της οποίας ευλογείται και καθαγιάζεται το Άγιο Μύρο. Κατόπιν το Μύρο μεταφέρεται και αποθηκεύεται στα μεγάλα δοχεία του Μυροφυλακίου, στον Πύργο του Πατριαρχείου. Από εκεί διανέμεται στις Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Χρήση
Εκτός από το μυστήριο του χρίσματος, κατά το οποίο η χρήση Αγίου Μύρου συμβολίζει τη μετάδοση των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος στο βαπτιζόμενο, το Άγιο Μύρο χρησιμοποιείται και:
    Για το χρίσμα ανθρώπων που προσέρχονται στην Ορθοδοξία από άλλα δόγματα, των οποίων γίνεται δεκτή η προηγούμενη βάπτιση
    Στα εγκαίνια ναών, για τον καθαγιασμό της Αγίας Τράπεζας
    Στην καθιέρωση ιερών αντικειμένων και εικόνων
    Στη στέψη ορθοδόξων Βασιλέων και Αυτοκρατόρων
    Στην ανακομιδή ιερών λειψάνων»




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΜΗΝΩΝ ΑΠΡΙΛΙΟΥ - ΜΑΪΟΥ 2024 & ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ

  ΜΗΝΩΝ ΑΠΡΙΛΙΟΥ - ΜΑΪΟΥ 2024 & ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ   ΕΝΟΡΙΑ ΑΓΙΟΥ ΘΕΡΑΠΟΝΤΟΣ ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΘΕΡΑΠΟΝΤΟΣ ( Oststr . 47, 33332 G ü...